MC MEDIA NETWORK

#mood

Όλες οι Ειδήσεις

Advertisement

Η καταστρατήγηση του Συντάγματος και η ισοπέδωση των νομικών αρχών

Advertisement

Sponsored by exness

Στις 21 Οκτωβρίου 2021, κατατέθηκε ενώπιον της Βουλής των Αντιπροσώπων με το κατεπείγον, το νέο νομοσχέδιο το οποίο, εάν ψηφιστεί, θα αντικαταστήσει τον περί Λοιμοκάθαρσης Νόμο (Κεφ. 260).

Του Γιάννου Γεωργιάδη
Δικηγόρος Γ. Γεωργιάδης & Συνεργάτες

Ο λόγος για το νομοσχέδιο του περί Μολυσματικών Ασθενειών Νόμου του 2021. Ενώ ένα νομοθετικό πλαίσιο χρήζει ανανέωσης ώστε να ακολουθεί την ανάπτυξη της κοινωνίας, τέτοια ανανέωση θα πρέπει να γίνεται πάντα ακολουθώντας το νόμο και τις αρχές του δικαίου και σεβόμενη το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Advertisement

Εξετάζοντας το εν λόγω νομοσχέδιο, το πρώτο πράγμα το οποίο φαντάζει είναι η προσπάθεια της Κυβέρνησης να νομιμοποιήσει την καταπάτηση συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων. Σε όλο το κείμενο φαίνεται μια πρόδηλη πρόθεση απαξίωσης των άρθρων του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας καθώς και διεθνών και ευρωπαϊκών συμβάσεων και νόμων. Επιπλέον όμως, φαίνεται με το νόμο αυτό κύριος στόχος να είναι η παροχή στο Υπουργικό Συμβούλιο, τον Υπουργό Υγείας και την Αστυνομία εξουσιών οι οποίες, όχι μόνο είναι καταχρηστικές αλλά, δεν θα έπρεπε ποτέ να δίδονται στα πλαίσια ενός τόσο γενικού νόμου ο οποίος αφήνει σημαντικά περιθώρια υποκειμενικής ερμηνείας. Ένα εκ των σημαντικότερων ίσως σημείων στο νέο αυτό νομοσχέδιο, αφορά την προσπάθεια νομιμοποίησης των λεγόμενων «Διαταγμάτων» που έχουν εκδοθεί από τον Μάρτιο 2020 μέχρι και τώρα από τον Υπουργό Υγείας βάσει του περί Λοιμοκάθαρσης Νόμου. Σε πολλές περιστάσεις έχω αναφερθεί στο γεγονός ότι τα «Διατάγματα» αυτά δεν θα μπορούσαν ποτέ να φέρουν έννομα αποτελέσματα εφόσον, για την έκδοσή τους, δεν έχει ακολουθηθεί η ισχύουσα νομοθεσία. Συγκεκριμένα, το άρθρο 6 του περί Λοιμοκάθαρσης Νόμου, ουδέποτε έδωσε την εξουσία έκδοσης διαταγμάτων.

Τουναντίον, η εξουσιοδότηση η οποία δίδεται είναι για την έκδοση Κανονισμών, ως αναφέρεται και στον ίδιο τον τίτλο του άρθρου, «Εξουσία έκδοσης κανονισμών». Ενόψει της φύσης της εξουσιοδότησης αυτής, για να μπορούν να εκδίδονται και να έχουν νομική ισχύ, τα «Διατάγματα» αυτά και πιο συγκεκριμένα, οι Κανονισμοί, θα έπρεπε να έχουν κατατεθεί στη Βουλή των Αντιπροσώπων για έγκριση, ως απαιτείται από το άρθρο 3(1) του περί Καταθέσεως στη Βουλή των Αντιπροσώπων των Κανονισμών που Εκδίδονται με Εξουσιοδότηση Νόμου, Νόμου του 1989 (Ν. 99/1989). Κάτι τέτοιο δεν έχει γίνει ποτέ μέχρι σήμερα, δημιουργώντας μια εμφανέστατη κατάσταση παρανομίας η οποία περιορίζει ανθρώπινα δικαιώματα και επιβάλλεται στους πολίτες.

Με το νέο λοιπόν νομοσχέδιο, στο άρθρο 11(2)(α) καταβάλλεται μια πέραν για πέραν προκλητική προσπάθεια νομιμοποίησης των μέχρι τώρα εκδοθέντων «Διαταγμάτων», εφόσον στο άρθρο αναφέρεται ότι τα «[…] κάθε γνωστοποίηση, δέσμη κανονισμών ή διάταγμα, που εκδόθηκε δυνάμει του περί Λοιμοκαθάρσεως Νόμου (α) θεωρείται ως καθ’ όλα έγκυρο/έγκυρη και νόμιμα εκδοθείσα/εκδοθέν δυνάμει του εν λόγω νόμου, […]». Βάσει των νομικών αρχών που διέπουν το σύστημά μας, οτιδήποτε έχει εκδοθεί ενώ ήταν σε ισχύ προηγούμενη νομοθεσία κρίνεται ως νόμιμο ή μη βάσει της προηγούμενης αυτής νομοθεσίας, εκτός αν επηρεάζει ουσιαστικά την εφαρμογή του νέου νόμου. Με το άρθρο 11(2)(α) του νομοσχεδίου, στην ουσία δεν θα μπορεί να γίνει οποιαδήποτε εκδίκαση περί της νομιμότητας των «Διαταγμάτων» που έχουν εκδοθεί, αφού ο νέος νόμος τα αναγνωρίζει ως έγκυρα και νόμιμα εκδοθέντα.

Εφόσον λοιπόν, τα «Διατάγματα», ως υποστηρίζουν οι Κυβερνώντες, έχουν εκδοθεί με καθ’ όλα νόμιμο τρόπο και εφόσον η νομιμότητα πράξεων κρίνεται βάσει του νόμου δυνάμει του οποίου έχουν εκδοθεί, ποιος ο λόγος για την ένταξη πρόνοιας η οποία απλά τα αναγνωρίζει ως νόμιμα, το οποίο αποτελεί έργο της δικαστικής και όχι της εκτελεστικής εξουσίας; Πρακτικά, η προσπάθεια αυτή αποτελεί καταστρατήγηση του Συντάγματος και ισοπέδωση κάθε νομικής αρχής την οποία διδαχθήκαμε ως δικηγόροι, της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου. Με την προσθήκη του άρθρου αυτού οι Κυβερνώντες αποπειρώνται να νομιμοποιήσουν τις δικές τους παρανομίες και να δημιουργήσουν αναδρομικά ποινικά αδικήματα εναντίον των πολιτών. Βάσει του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας καθώς και της κυπριακής νομοθεσίας, η νομιμοποίηση παρανομίας δεν επιτρέπεται. Περαιτέρω όμως, και ειδικά όσον αφορά τα ποινικά αδικήματα, εφαρμόζεται η νομική αρχή του «Nullum crimen, nulle poena, sine lege», δηλαδή κανένα έγκλημα, καμία ποινή χωρίς νόμο. Η αρχή αυτή αποτελεί βασικό θεμέλιο του ποινικού δικαίου και βεβαιώνει ότι καμία πράξη δεν ποινικοποιείται χωρίς να υπάρχει νομοθέτημα (νόμιμο) το οποίο να την καθιστά ως τέτοια. Η αρχή αυτή είναι βαθιά ριζομένη και στο κυπριακό δίκαιο μέσω του άρθρου 12 του Συντάγματος, το οποίο κατοχυρώνει ότι κανείς δεν κηρύσσεται ένοχος για αδίκημα λόγω πράξης ή παράλειψης η οποία δεν συνιστούσε αδίκημα βάσει εν ισχύ νόμου όταν διαπράχθηκε.

Βάσει του άρθρου αυτού για να μπορεί να κηρυχθεί κάποιος ένοχος αδικήματος θα πρέπει αυτό να ορίζεται ως τέτοιο σε ισχύουσα νομοθεσία. Για να είναι ισχύουσα μια νομοθεσία, είτε είναι πρωτογενής είτε είναι δευτερογενής, ως είναι τα «Διατάγματα», θα πρέπει αυτή να μπαίνει σε ισχύ κατά τρόπο νόμιμο, κάτι το οποίο δεν ισχύει εν προκειμένω. Για να τεθεί σε παράδειγμα αυτό το οποίο φαίνεται να είναι η προσπάθεια των Κυβερνόντων. Θα ήταν αντίστοιχο του να σας σταματούσε η αστυνομία για έλεγχο και να σας εξέδιδε πρόστιμο γιατί δεν φορούσατε ζώνη, ενώ δεν υπήρχε νόμος ο οποίος να κάνει τη ζώνη υποχρεωτική. Αφού το κάνει αυτό και ενώ δεν υπάρχει τέτοιο αδίκημα, θεσπίζεται αργότερα νέα νομοθεσία η οποία κάνει την χρήση της ζώνης υποχρεωτική, αλλά το κάνει αναδρομικά και για τα προηγούμενα δύο χρόνια. Εσείς κατά τον χρόνο που σας σταμάτησε η αστυνομία ήσασταν πέραν για πέραν νόμιμοι βάσει της νομοθεσίας που εφαρμοζόταν. Όμως τώρα έχετε βρεθεί στο δικαστήριο και δικάζεστε για ένα αδίκημα το οποίο κατά τον χρόνο τέλεσης της πράξης σας (το ότι δεν φορούσατε ζώνη), δεν συνιστούσε αδίκημα. Η πραγματικότητα είναι ότι, με την προσπάθεια αυτή φαίνεται οι Κυβερνώντες απλά να επιβεβαιώνουν όσα έχω αναφέρει περί παρανομίας, να ενδυναμώνουν το επιχείρημα και να σπεύδουν να προλάβουν την αποκάλυψη της παρανομίας τους αυτής.

Δε νοείται σε ένα κράτος δικαίου, σε μια δημοκρατική κοινωνία να αγνοούμε και να απορρίπτουμε τους νόμους και πόσο μάλλον το Σύνταγμα. Δεν επιτρέπεται η αποφυγή ευθυνών με τη θέσπιση νόμων κατά το δοκούν και οι οποίοι εξυπηρετούν μόνο τον σκοπό αυτό. Σε μια δημοκρατική κοινωνία, ως είναι η κυπριακή, οι πρώτοι που πρέπει να θέτουν το παράδειγμα της νομιμότητας και οι οποίοι οφείλουν να αναλαμβάνουν τις ευθύνες των πράξεών τους είναι οι Κυβερνώντες, θέτοντας έτσι το παράδειγμα για τους υπόλοιπους.

Ακολουθήστε την Cyprus Times στο Google news και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.

Δείτε όλες τις Ειδήσεις από την Κύπρο και τον κόσμο στη Cyprus Times

Advertisement

Trending

Advertisement

Ροή Ειδήσεων

Advertisement
Advertisement
Advertisement

Διαβάστε Επίσης

Advertisement
Advertisement

Best of Network