Η 11η Σεπτεμβρίου 2001, αποτελεί πλέον ορόσημο για έναν πλανήτη που άλλαξε. Η τρομοκρατική επίθεση της Αλ Κάιντα, κατά των ΗΠΑ, πριν από 22 χρόνια, δεν άφησε πίσω της μόνο νεκρούς και ερείπια.
Του Μανώλη Καλατζή
Η πιο σοβαρή επίπτωση, ήταν η κανονικοποίηση του αυταρχισμού, η περιστολή δικαιωμάτων και ο περιορισμός της ελευθερίας μας, στο όνομα της αντιμετώπισης της τρομοκρατίας. Μέθοδοι και πρακτικές, οι οποίες μέχρι τις 11 Σεπτεμβρίου 2001, ήταν αδιανόητες για δημοκρατικές κοινωνίες, έγιναν μέρος της ζωής μας και είναι άγνωστο πότε θα τερματιστούν, αν κάποτε τερματιστούν.
Από το πιο μικρό, όπως ο περιορισμός μεταφοράς υγρών άνω των 100ml στις πτήσεις, έως τις απαγωγές υπόπτων και τον εγκλεισμό τους, χωρίς δίκη, σε στρατόπεδα τύπου Γκουαντάναμο, είναι η «προίκα» που μας άφησε η Αλ Κάιντα με την πρωτοφανή επίθεση της στους δίδυμους πύργους στη Νέα Υόρκη. Ουσιαστικά δημιούργησε το τέλειο άλλοθι για την συρρίκνωση της ελευθερίας μας. Δυστυχώς, στη ζυγαριά μπήκε από την μία η ασφάλεια και από την άλλη τα ανθρώπινα δικαιώματα και η ασφάλεια έγειρε τον δείκτη προς την πλευρά της. Ακόμα και μετά την ουσιαστική διάλυση της Αλ Κάιντα και την εξόντωση του Οσάμα Μπιν Λάντεν, λίγα άλλαξαν, αν άλλαξαν. Εμφανίστηκες ο ISIS, οι ακραίες ισλαμικές ομάδες και η αντίδραση του μουσουλμανικού κόσμου που επιδείνωσαν την κατάσταση παγιώνοντας νοοτροπίες και «νομιμοποιώντας» φοβίες του δυτικού κόσμου. Και επειδή το ένα φέρνει το άλλο, ήρθαν και τα μεταναστευτικά ρεύματα να συμπληρώσουν το παζλ, δημιουργώντας εκρηκτικές συνθήκες, κυρίως στις ευρωπαϊκές χώρες, στις οποίες παρατηρείται έξαρση της ξενοφοβίας και της ισλαμοφοβίας.
Εκείνο το πρωί
Τίποτα δεν μπορούσε να προϊδεάσει τους Αμερικανούς το πρωί της 11ης Σεπτεμβρίου 2001, για το τι θα σήμαινε εκείνη ημέρα για τους ίδιους, τη χώρα τους και το κόσμο. Οι δρόμοι του Μανχάταν γεμάτοι και οι ρυθμοί γρήγοροι και συνηθισμένοι.
Στις 08:46 μια τεράστια έκρηξη έκανε τους πάντες να σηκώσουν τα μάτια ψηλά. Ένα Boeing 767 της American Airlines, πέφτει στον βόρειο πύργο του World Trade Center. Στο αεροπλάνο που είχε αναχωρήσει από τη Βοστώνη για το Λος Άντζελες επέβαιναν 92 άτομα μεταξύ των οποίων και πέντε αεροπειρατές. Κανείς έκεινη τη σιγμή δεν μπορούσε να αντιληφθεί τι συνέβαινε. Αυτοί που είδαν το αεροσκάφος ήταν βέβαιοι ότι πρόκειται για κάποιο τρομερό ατύχημα, ενώ όσοι είδαν απλώς το ρήγμα και τις φλόγες στον Πύργο θεώρησαν ότι έγινε κάποια έκρηξη. Ακόμα και όσοι βρισκόντουσαν στους δύο πύργους δεν αντιλαμβάνονταν τον κίνδυνο που διέτρεχαν.
Δεν πέρασαν λίγα λεπτά και στις 09:03 ακόμα ένα Boeing 767 της United Airlines, που έκανε την ίδια διαδρομή από Βοστώνη προς Λος Άντζελες με 60 επιβάτες και πλήρωμα και 5 αεροπειρατές έπεσε πάνω στο νότιο Πύργο, προκαλώντας πανικό και ξεκαθαρίζοντας την εικόνα, πως δεν πρόκειται πλέον για ατύχημα αλλά για επίθεση. Μια επίθεση όμως που είχε και συνέχεια.
Δύο λεπτά μετά τη συντριβή του δεύτερου αεροσκάφους ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Τζορτζ Μπους Junior ενώ διαβάζει ένα παραμύθι σε μαθητές ενός δημοτικού σχολείου στη Σεϊρασότα της Φλόριντα, ενημερώνεται από τον Προσωπάρχη του Λευκού Οίκου, Άντριου Καρντ, ότι οι ΗΠΑ δέχονται επίθεση. Φανερά σαστισμένος, συνεχίζει να διαβάζει λίγο ακόμα και στις 09:30 ζητάει συγνώμη από τους μαθητές και αποχωρεί, λέγοντας πως έχει σημειωθεί τρομοκρατική επίθεση στη Νέα Υόρκη.
Πέντε λεπτά νωρίτερα, στις 09:25 η Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας των ΗΠΑ καθήλωσε όλα τα αεροσκάφη που επρόκειτο να απογειωθούν και έκλεισε τον εναέριο χώρο της χώρας.
Ωστόσο στον αέρια βρισκόντουσαν δύο ακόμα αεροσκάφη που είχαν καταληφθεί από αεροπειρατές. Ένα Boeing 757 της American Airlines, στι 09:37 ενώ πραγματοποιούσε πτήση από την Ουάσιγκτον προς το Σαν Φραντζίσκο έπεσε πάνω στη δυτική πλευρά του πενταγώνου. Στο αεροπλάνο επέβαιναν 59 άτομα, πλήρωμα και επιβάτες και 5 αεροπειρατές.
Πέντε λεπτά αργότερα η Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας έδωσε οδηγίες για προσγείωση στο κοντινότερο αεροδρόμιο, όλων των αεροσκαφών που βρισκόντουσαν στον αέρα.
Η υφήλιος ήταν καθηλωμένη μπροστά στις τηλεοράσεις παρακολουθώντας ζωντανά αυτά που συνέβαιναν με την επίθεση στους δίδυμους πύργους οι οποίοι φλεγόντουσαν. Στις 09:59 ο νότιος Πύργος του World Τrade Center, άρχισε να καταρρέει πνίγοντας το Μανχάταν στη σκόνη και σκορπίζοντας παντού συντρίμμια. Για να αντιληφθεί κάποιος της βιαιότητα της κατάρρευσης αλλά και τις θερμοκρασίες που επικρατούσαν από τη φωτιά, αρκεί να σημειωθεί ότι κατά τις έρευνες που ακολούθησαν δεν βρέθηκε καν DNA των ανθρώπων που σκοτώθηκαν.
Τέσσερα λεπτά αργότερα πτήση της United Airlines, που έκανε δρομολόγιο από το Νιού Τζέρσεϊ προς το Σαν Φρανσίσκο με 40 άτομα πλήρωμα και επιβάτες και 4 αεροπειρατές κατέπεσε και συνετρίβη σε χωράφι στο Σάνκσβιλ, της Πενσιλβάνια. Όλα τα στοιχεία δείχνουν πως οι επιβάτες είχαν ενημερωθεί για την επίθεση στους δίδυμους πύργους και επιτέθηκαν στους αεροπειρατές με αποτέλεσμα το αεροπλάνο να πέσει πριν καταλήξει στον στόχο του, που ήταν ή ο Λευκός Οίκος ή το Καπιτώλιο στην Ουάσιγκτον.
Μετά από λίγα λεπτά, στις 10:28, κατέρρευσε και ο βόρειος Πύργος του World Trade Center.
Στους δίδυμους πύργους σύμφωνα με τον επίσημο απολογισμό σκοτώθηκαν 2.977 άνθρωποι από 90 χώρες, μεταξύ των οποίων 403 πυροσβέστες και αστυνομικοί της Νέας Υόρκης που είχαν σπεύσει να βοηθήσουν στην διάσωση. Ακόμα 185 σκοτώθηκαν στο Πεντάγωνο. Οι τραυματίες ξεπέρασαν τις 25.000 ενώ περίπου 30.000 άνθρωποι φέρονται να δηλητηριάστηκαν από καρκινογόνα απόβλητα που δημιουργήθηκαν με την κατάρρευση των πύργων. Είναι άγνωστος ο αριθμός αυτών που πεθαίνουν κάθε χρόνο από αυτούς που δηλητηριάστηκαν και είναι πολύ δύσκολο να αποδώσει κάποιος την αιτία θανάτου σε καρκίνο που προκλήθηκε από τη τρομοκρατική ενέργεια. Πάντως μέχρι πέρυσι είχαν καταγραφεί 10.000 θάνατοι από καρκίνο του αναπνευστικού συστήματος σε ανθρώπους που την 11η Σεπτεμβρίου βρισκόντουσαν στην περιοχή των δίδυμων πύργων και εισέπνευσαν τοξικούς καπνούς. Όσο για τους ανθρώπους που αντιμετωπίζουν σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα ο αριθμός είναι ακόμα μεγαλύτερος.
Ήταν η μεγαλύτερη επίθεση που δέχθηκαν ποτέ στην ιστορία τους οι ΗΠΑ.
Και ύστερα ήρθε ο πόλεμος
Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ από την πρώτη ημέρα, υποσχέθηκε εκδίκηση με διάλυση του ιστού της Αλ Κάιντα και κύριο στόχο τον Οσάμα Μπιν Λάντεν.
Οι ΗΠΑ έχοντας εξασφαλίσει τη συμπάθεια της διεθνούς κοινής γνώμης προχωρούν σε έναν πόλεμο ο οποίος διαρκεί μέχρι σήμερα Ο Τζορτζ Μπους μιλώντας στο Κογκρέσο 9 μέρες μετά το χτύπημα στους δίδυμους πύργους, ανέφερε πως οι ΗΠΑ θα κυνηγήσουν τους τρομοκράτες όπου και αν βρίσκονται μέχρι να διαλύσουν κάθε εστία, σε ολόκληρο το κόσμο.
«Ο πόλεμος μας κατά της τρομοκρατίας ξεκινά με την Αλ Κάιντα, αλλά δεν τελειώνει εκεί», είχε πει ο Μπους, συμπληρώνοντας πως «δεν θα τελειώσει μέχρι να βρεθεί, να σταματήσει και να ηττηθεί κάθε τρομοκρατική ομάδα παγκόσμιας εμβέλειας». Ο πρώτος στόχος ήταν το Αφγανιστάν στο οποίο είχαν βρει καταφύγιο ο Οσάμα Μπιν Λάντεν και οι μαχητές της οργάνωσης του, έχοντας συμμαχήσει με τους Ταλιμπάν.
Οι προσπάθειες εντοπισμού του Μπιν Λάντεν διήρκεσαν 10 ολόκληρα χρόνια. Εντοπίστηκε στο Πακιστάν και τα ξημερώματα της Πρωτομαγιάς του 2011, εξοντώθηκε από κομάντος των ΗΠΑ. Την είδηση της εξόντωσης του ανακοίνωσε ο ίδιος ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα, λέγοντας πως «ο άνθρωπος που ήταν πίσω από τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου είχε την τύχη που του άξιζε».
Πανικός και αυταρχισμός
Ο Αμερικάνος δημοσιογράφος ιστορικός και συγγραφέας Garrett Graff, σε άρθρο του στο πολιτικό περιοδικό «The Atlantic» αναφέρει πως οι ΗΠΑ μετά την 11η Σεπτεμβρίου μπήκαν σε μια διαδικασία πολέμου κατά της τρομοκρατίας με άστοχες κινήσεις οι οποίες άλλαξαν την μορφή της ίδιας της Αμερικής αλλά και του κόσμου.
Κάνει αναφορά στη δημιουργία των στρατοπέδων – φυλακών στα οποία συγκεντρώθηκαν ύποπτοι για σχέσεις με την Αλ Κάιντα και οι περισσότεροι εξ αυτών κρατήθηκαν ακόμα και 10 χρόνια χωρίς στοιχεία και χωρίς να δικαστούν
Αναφέρει στο άρθρο πως «οι ειδικά εκπαιδευμένοι ανακριτές αντικαταστάθηκαν με νέους και άπειρους από τους κόλπους της CIA και του στρατού. Το βασικό τους προσόν ήταν ότι δεν είχαν κανέναν δισταγμό να βασανίσουν τους κρατούμενους έως ότου ομολογήσουν. Τις δοκιμασίες, οι οποίες περιελάμβαναν τη στέρηση ύπνου, την τοποθέτηση σε φέρετρα ανάμεσα σε πολλά άλλα, τις επινόησαν ψυχολόγοι κατ’ εντολήν της κυβέρνησης των ΗΠΑ.
Παρόλ’ αυτά, μετά από δύο δεκαετίες δεν είναι σαφές εάν υπήρξε έστω και ελάχιστα ουσιώδης απόσπαση κάποιας πληροφορίας σε σχέση με τις επιθέσεις στους δίδυμους πύργους. Παρά τα βασανιστήρια στο Γκουαντάναμο, παρά τη σεξουαλική κακοποίηση από τους δεσμοφύλακες στη φυλακή Αμπού Γκράιμπ του Ιράκ, κανένας από τους κρατουμένους δεν ομολόγησε και κανένας δεν αποκάλυψε οτιδήποτε χρήσιμο για το χτύπημα. Κι όμως, ο Λευκός Οίκος υπήρξε εξαιρετικά απρόθυμος να παραδεχτεί την αποτυχία αυτών των κολαστηρίων. Αντιθέτως, υποψήφιοι πρόεδροι όπως ο Μιτ Ρόμνεϊ υποσχόταν προεκλογικά ότι θα διπλασίαζε το Γκουαντάναμο, ενώ ο Ντόναλντ Τραμπ αντάμειψε τη Τζίνα Χάσπελ για τις υπηρεσίες της ως διοικήτριας σε κέντρο κράτησης στην Ταϊλάνδη, προβιβάζοντάς την σε επικεφαλής της CIA».