Κλειδί για τη συνέχεια της προσπάθειας στο Κυπριακό θα αποτελέσει η δυνατότητα του Μουσταφά Ακιντζί «να κινηθεί στη βάση των τουρκοκυπριακών συμφερόντων, χωρίς να έχει το βάρος να εξυπηρετήσει τις βλέψεις της Τουρκίας» εκτιμά ο Κυβερνητικός Εκπρόσωπος και τονίζει ότι το δείπνο της Δευτέρας περισσότερο έχει διερευνητικό χαρακτήρα. «Το βέβαιο είναι ότι ο Πρόεδρος Αναστασιάδης προχωρά σε αυτή τη συνάντηση με καλή θέληση και πλήρη ετοιμότητα για να ξεκινήσουμε ξανά μια διαπραγμάτευση στο πλαίσιο και πάνω στις γραμμές των Ηνωμένων Εθνών» τονίζει ο Πρόδρομος Προδρόμου σε συνέντευξη στη Cyprus Times.
Με ποιές προσδοκίες προσέρχεται στο δείπνο ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας; Βλέπετε να υπάρχουν οι προϋποθέσεις για επανέναρξη των διαπραγματεύσεων;
Ο κύριος στόχος είναι να ξεκινήσει ξανά η διαπραγμάτευση. Επειδή όμως από τη διάσκεψη του Κραν Μοντανά μέχρι τώρα έχουν μεσολαβήσει αρκετά πράγματα και η τουρκική πλευρά έχει δείξει να αμφισβητεί ακόμα και τις βασικές παραμέτρους της λύσης, αλλά και να αρνείται τη διαπραγμάτευση, αυτή η συνάντηση στο δείπνο πρέπει να θεωρείται διερευνητική. Να διαπιστώσουμε ότι μπορεί να αποκατασταθεί ένα κλίμα εμπιστοσύνης στη διαδικασία εξεύρεσης λύσης και ότι υπάρχει και από την άλλη πλευρά η βούληση για να βρεθούν τρόποι να σπάσει το αδιέξοδο. Στην πραγματικότητα μπορεί να υπάρξουν προϋποθέσεις για να ξεκινήσει ξανά η διαπραγμάτευση. Όπως βλέπουμε και εκτιμούμε τα πράγματα, κλειδί θα είναι η δυνατότητα του Τουρκοκύπριου ηγέτη να κινηθεί στη βάση των τουρκοκυπριακών συμφερόντων, χωρίς να έχει το βάρος να εξυπηρετήσει τις βλέψεις της Τουρκίας. Το βέβαιο είναι ότι ο Πρόεδρος Αναστασιάδης προχωρά σε αυτή τη συνάντηση με καλή θέληση και πλήρη ετοιμότητα για να ξεκινήσουμε ξανά μια διαπραγμάτευση στο πλαίσιο και πάνω στις γραμμές των Η.Ε.
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας εξέφρασε πολλές φορές την προθυμία και ετοιμότητα να επανέλθει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Δεν βλέπουμε όμως την ίδια ανταπόκριση από τ/κ πλευράς. Οι δημόσιες δηλώσεις του Τ/Κ ηγέτη και ακόμη περισσότερο η ακραία ρητορική Τούρκων αξιωματούχων στρέφονται προς την ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση.
Ναι, δεν πρέπει να κρύψουμε τις δυσκολίες. Δυστυχώς η τουρκική πλευρά, με τοποθετήσεις τόσο από την Άγκυρα όσο και από τα κατεχόμενα, δείχνει συχνά να προσπαθεί να εκμεταλλευτεί το αδιέξοδο που προκάλεσε η ίδια η Τουρκία στο Κραν Μοντανά, επιδιώκοντας να κρατήσει και μετά τη λύση την Κύπρο σε κατάσταση ελέγχου και ομηρίας, με εγγυήσεις και στρατιωτική παρουσία. Έχει κάνει λόγο και για συμφωνία εκτός των παραμέτρων των Η.Ε., ενώ ακούμε να θέλουν να εγκαταλείψουμε ή να προκαταλάβουμε τη διαπραγμάτευση μέσα από συμφωνίες για το φυσικό αέριο, που στην πραγματικότητα μόνο στόχο έχουν τα συμφέροντα της Τουρκίας η οποία και φαίνεται να μένει εκτός της ενεργειακής εξίσωσης της Μεσογείου. Ο λόγος όμως που ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας έχει επιζητήσει μιαν έστω και άτυπη συνάντηση, δηλαδή μια συνάντηση κοινωνικού τύπου, εκτός διαπραγματεύσεων, με τον κ. Ακκιντζί, είναι για να δούμε πέρα από τη ρητορική των δηλώσεων και των αντεγκλήσεων. Δεν είναι τυχαίο, εξάλλου, που τον τελευταίο καιρό ο Πρόεδρος Αναστασιάδης αποφεύγει να απαντήσει ή να τοποθετηθεί ακόμα και σε εντελώς προκλητικές δηλώσεις που ακούμε. Ελπίζουμε ότι η τουρκοκυπριακή πλευρά τελικά θα επανέλθει σε εκείνο το κλίμα κοινής βούλησης για επίλυση, το οποίο είχαμε δει πριν μερικά χρόνια. Ενώ στόχος είναι ταυτόχρονα να οδηγηθεί και η Τουρκία σε διαφορετική αντιμετώπιση του Κυπριακού και της Κύπρου, μέσα από τη λογική και τους άξονες του αμοιβαίου συμφέροντος μέσα από συνεργασία, καθώς και αντικρίζοντας την κατάσταση που διαμορφώνεται τόσο στην Ευρώπη όσο και εδώ, στην περιφέρειά μας.
Ο Πρόεδρος κατέστησε σαφές ότι δεν πρόκειται να προσέλθει σε διάλογο υπό την απειλή παράνομων ενεργειών στην κυπριακή ΑΟΖ ή άλλως πως. Την ίδια ώρα η τουρκική πλευρά απαιτεί τερματισμό του ενεργειακού προγράμματος της ΚΔ και συζήτηση της ενέργειας στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων. Μπορεί να βρεθεί μια μέση γραμμή στις θέσεις των δύο πλευρών ώστε να επιτευχθεί επανέναρξη του διαλόγου;
Βεβαίως και δεν μπορεί να γίνουν διαπραγματεύσεις κάτω από την πίεση παράνομων επιθετικών ενεργειών της άλλης πλευράς ή και εκβιασμών. Πουθενά δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Όταν ξεκινήσει η καθαυτή διαπραγμάτευση, εννοείται ότι η Τουρκία θα πρέπει να σταματήσει τις παραβιάσεις του διεθνούς δικαίου, τις προκλήσεις και τις επιθετικές ενέργειες. Διαφορετικά, τι νόημα έχει να συζητάς έναν αμοιβαίο συμβιβασμό; Όσον αφορά το ενεργειακό πρόγραμμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, που έχει ξεκινήσει και συνεχίζεται εδώ και περισσότερο από μια δεκαετία, δεν μπορεί ούτε να μπει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων ούτε και να υπάρχει ειδικά τώρα «απαίτηση» να σταματήσει. Πρώτον, υπάρχει από χρόνια σχετική συνεννόηση και συγκεκριμένη σύγκλιση στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων, την οποία τώρα η τουρκική πλευρά κάνει ότι ξεχνά. Στη βάση αυτής της σύγκλισης το ενεργειακό πρόγραμμα διασφαλίζει πλήρως και τα συμφέροντα των Τουρκοκυπρίων. Έπειτα, αυτό που ζητούν, δηλαδή να αποποιηθεί η Κυπριακή Δημοκρατία τα κυριαρχικά δικαιώματά της, σταματώντας το ενεργειακό πρόγραμμα, προκαταλαμβάνει τις ίδιες τις διαπραγματεύσεις. Γιατί αν η Κυπριακή Δημοκρατία παραιτηθεί από τα κυριαρχικά της δικαιώματα και «εξισωθεί» μέσα σε κάποια «επιτροπή» που επιζητούν με το παράνομο ψευδοκράτος, τότε θα έχουμε ήδη εκτεθεί σε ορίζοντες διχοτόμησης. Η «μέση γραμμή» υπάρχει και είναι η σχετική σύγκλιση που είχε επιτευχθεί μέσα από τις διαπραγματεύσεις και είχε και πρόσφατα επαναβεβαιωθεί.
Το περιφερειακό και διεθνές πολιτικό περιβάλλον δημιουργεί μια σύνθετη κατάσταση πραγμάτων. Η συριακή κρίση δοκιμάζει τη διπλωματία σε παγκόσμιο επίπεδο. Η Τουρκία είναι ένας από τους παράγοντες που διαδραματίζουν ρόλο σ’ αυτό το σκηνικό. Βλέπετε αυτή η συγκυρία να ευνοεί την επανέναρξη του διαλόγου για το Κυπριακό, ή αντιθέτως τα δεδομένα υπηρετούν περισσότερο τις τουρκικές στοχεύσεις σε βάρος της δικής μας πλευράς;
Η παρατεταμένη κρίση στη Συρία αποτελεί ένα σοβαρό παράγοντα αποσταθεροποίησης στην περιοχή μας και πιθανή πηγή κινδύνων, πολύ πέραν και από την όποια έμμεση επίδραση μπορεί να έχει για το Κυπριακό. Βεβαίως, μια τέτοια πηγή αστάθειας εντείνει την ανάγκη για να προσπαθήσουμε να εμπεδώσουμε σταθερότητα στη δική μας χώρα που βρίσκεται στις παρυφές αυτής της πηγής έντασης και κρίσης. Η Τουρκία φαίνεται να είναι ένας περιφερειακός παράγοντας και έχει εισβάλει μέσα από κάποια προσχήματα και στη Συρία. Αλλά τι είδους παράγοντας είναι; Είναι η μόνη χώρα που έχει πολύ σοβαρά προβλήματα με όλες τις γειτονικές της χώρες. Είναι χώρα που θεωρητικά είναι υποψήφια για ένταξη στην Ε.Ε. αλλά ταυτόχρονα βρίσκεται σε σύγκρουση με την Ένωση και την απειλεί διαρκώς με «κύμα προσφύγων». Είναι χώρα-μέλος του ΝΑΤΟ και ιστορικά εταίρος των ΗΠΑ, αλλά τώρα βρίσκεται σε μετωπική σύγκρουση και με τη Συμμαχία και με τις ΗΠΑ, προχωρώντας σε τυχοδιωκτικές κινήσεις όπως ο πραγματικά επικίνδυνος πυρηνικός σταθμός στο Άκκουγιου ή ακόμα η αγορά ρωσικού πυραυλικού συστήματος. Μέσα όμως σε ένα τόσο περίπλοκο διεθνές σκηνικό, με συνεχείς ανακατατάξεις, υπάρχει ακόμα περισσότερο η ανάγκη για μια μελετημένη, συνεκτική και σταθερή εξωτερική πολιτική. Νομίζω ότι τα τελευταία χρόνια, με το πλέγμα τριμερών και άλλων συμμαχιών στην περιφέρειά μας, με τη σύσφιξη των σχέσεων μέσα από ενεργητική συμμετοχή στην Ε.Ε., αλλά και τη συστηματική βελτίωση των σχέσεων και με τις ΗΠΑ και με τη Ρωσία, η διακυβέρνηση Αναστασιάδη φροντίζει να μεγιστοποιήσει το όφελος για την Κύπρο, αλλά και να δημιουργεί πραγματικά ερείσματα για μια σωστή επίλυση του Κυπριακού.
Ο τέως υπουργός Εξωτερικών Ιωάννης Kασουλίδης αποκάλυψε ότι οι Αμερικανοί μάς είχαν προειδοποιήσει εδώ και καιρό ότι δεν μπορούν να ασκήσουν την επιρροή τους στην Τουρκία. Εάν η Ουάσιγκτον δεν μπορεί να επηρεάσει την Άγκυρα, αλήθεια από ποιόν μπορούμε να αναμένουμε κάτι τέτοιο, προκειμένου να υπάρξουν θετικά βήματα στο Κυπριακό;
Πράγματι, η Τουρκία μέσα από τα μεγαλεπήβολα και καθαρά «αυτοκρατορικά» σχέδια της σημερινής ηγεσίας της, δείχνει να έχει απομακρυνθεί και από τις ΗΠΑ και από το ΝΑΤΟ και από την ΕΕ. Η μια ανάγνωση είναι ότι παρά τη συστηματική βελτίωση των αμερικανο-κυπριακών σχέσεων, δεν μπορούμε να περιμένουμε να κινήσει κάποιο μοχλό η Ουάσιγκτον. Η άλλη ανάγνωση όμως είναι ότι η Τουρκία μπαίνει σε μια πορεία περιπέτειας με άδηλο τέλος. Εξηγείται άραγε αυτό με την προσπάθεια του Ταγίπ Ερντογάν να κερδίσει τις επόμενες εκλογές και εξαντλείται εκεί; Όλοι οι παράγοντες και οι παράμετροι μπαίνουν στις αναλύσεις που κάνει η Λευκωσία. Όπως επίσης και το γεγονός ότι οι τυχοδιωκτικές πολιτικές φαίνεται να συνδυάζονται με μια δομική αποδυνάμωση της τουρκικής οικονομίας. Το ζήτημα ίσως να μην είναι τελικά μόνο το ποιός και πώς θα επηρεάσει την Τουρκία, αλλά εάν η ίδια η τουρκική ηγεσία αντιληφθεί ότι η λογική και ισορροπημένη επίλυση του Κυπριακού θα είναι προς το συμφέρον της σε μια πορεία όχι όπως αυτή της αυταρχικής παρέκκλισης και των «αυτοκρατορικών» βλέψεων, αλλά επανισορρόπησης και εκσυγχρονισμού.
Ο κύριος Κασουλίδης εξέφρασε, μάλιστα, την εκτίμηση ότι σύντομα Βρετανοί και άλλοι θα επιχειρήσουν να προσεγγίσουν και να πιέσουν την Κυπριακή Δημοκρατία, προκειμένου να υποχωρήσει από τον ενεργειακό της σχεδιασμό. Διαπιστώνετε κάτι τέτοιο;
Πιθανώς να έχει βάση μια τέτοια εκτίμηση. Βέβαια, είμαστε συνηθισμένοι κάποιοι «τρίτοι παράγοντες| να προσπαθούν κατά καιρούς να κατευνάσουν τις τουρκικές εκτροπές προτείνοντας βολικές λύσεις που φαντάζουν «σολομώντιες», αλλά βέβαια στο βάθος μπορεί να είναι και επικίνδυνες. Θα είναι όμως αρκετά απλό και πρέπει να το υπενθυμίσουμε και με τρόπο τεκμηριωμένο: το εμπόδιο σε μια συμβιβαστική, αλλά και σωστή συμφωνία δεν ήταν το φυσικό αέριο. Στο Κραν Μοντανά βρεθήκαμε αρκετά κοντά και εκείνο που έλειπε ήταν η πραγματική βούληση της Τουρκίας. Το εμπόδιο δεν ήταν τα ενεργειακά αποθέματα της Κύπρου, αλλά το ότι η Τουρκία ήθελε να κρατήσει και μετά τη λύση τη χώρα μας όμηρο μέσα από εγγυήσεις, δικαιώματα παρέμβασης και στρατιωτική παρουσία. Δηλαδή μέσα από μια λογική εσαεί κηδεμονίας της Κύπρου από την Άγκυρα. Ποιά σχέση έχει και πώς ήταν πρόβλημα ο ενεργειακός σχεδιασμός; Τι σχέση έχουν τα ενεργειακά αποθέματα με το ότι η Άγκυρα εν έτη 2017 ήθελε να έχει στρατιωτική βάση μέσα σε ένα κράτος-μέλος της Ε.Ε.; Σε αυτό το ζήτημα θα πρέπει να παραμείνουμε σταθεροί και ψύχραιμοι. Όχι μόνο χάριν του ενεργειακού πλούτου που ανήκει στους Κυπρίους και σε κανέναν άλλο, αλλά ακόμα περισσότερο διότι δεν μπορεί να δεχτούμε τέτοια παρέκκλιση ή παρερμηνεία του κυπριακού προβλήματος. Γιατί η ουσία του ζητήματος αυτού είναι να αποδεχτεί η Τουρκία ότι θα αφήσει εμάς τους Κυπρίους, Ελληνοκυπρίους και Τουρκοκυπρίους, μέσα από ένα αμοιβαία αποδεκτό, έντιμο και λειτουργικό συμβιβασμό, να ζήσουμε και να ορίσουμε τη χώρα μας.